Τα κοσμήματα της Λουμιέντα

Το μενταγιόν της αιώνιας αγάπης | Μέρος 3ο

Επιμέλεια: Cleopatra Strati
Illustration: Stolis Pleiadian

“Ο χρόνος τρέχει Σάρα, και το μενταγιόν πρέπει να βγει, αν θέλεις να σώσεις τον Λούθηρο.” λέει η Λουμιέντα περιμένοντας από εμένα ένα ναι ή ένα όχι.

Οι απαιτήσεις που είχε ήταν λίγο περίεργες. Πρακτικά, δεν μπορούσα να πω όχι, παρά μόνο να σκεφτώ καλά τις επόμενες λέξεις μου.

“Δηλαδή μου ζητάς να εργαστώ για σένα; Για επτά χρόνια; Γιατί;” την ρωτάω με ειλικρινή απορία

“Πρέπει να μου ξεπληρώσεις το κόσμημα που μόλις κατέστρεψες…”, απαντάει η Λουμιέντα ενώ κατεβάζει τα γυαλιά της χαμηλά στη μύτη της και διαβάζοντας ένα φυλλάδιο που είχε στο χέρι της. Ήρεμη, χαλαρή, λες και ήξερε ήδη τις ερωτήσεις και τους ενδοιασμούς μου.

Κοιτάω την πέτρα και το βλέπω και εγώ, είναι στο όριο να αποκολληθεί το ένα κομμάτι από το άλλο. Κοκκινίζω και χάνω τα λόγια μου, από ντροπή, κυρίως. Δεν έπρεπε να παίξω με αυτή τη γυναίκα και την τέχνη της. Δεν χρειαζόταν, αλλά το έκανα, και οι συνέπειες ήταν εδώ, μπροστά μου, με μπλε μαλλιά και ένα ευγενικό χαμόγελο.

“Δεν γνωρίζω από αργυροχρυσοχοΐα… Τι μπορώ να κάνω εγώ εδώ μέσα;”, τη ρωτάω σχεδόν ψιθυριστά.

“Μη σε αγχώνει αυτό. Η Τέχνη μαθαίνεται με αρκετή υπομονή και ενασχόληση. Αλλά πέραν αυτού, θα είσαι τα μάτια μου, τα αυτιά μου και η γλώσσα μου όποτε αυτό χρειάζεται. Θα είσαι αυτή που δεν μπορώ να είμαι εκτός αυτού του μαγαζιού.”

“Ο Λούθηρος; Θα με ξεχάσει; Θα γίνει καλά; Θα φτιάξει τη ζωή του με κάποια άλλη; Ο Κώστας;” τη ρωτάω και αισθάνομαι τα μάτια μου να βουρκώνουν.

“Ναι. Και ο Κώστας και ο Λούθηρος θα συνεχίσουν κανονικά τις ζωές τους. Και με τη πάροδο του χρόνου θα ξεχάσουν αυτήν την άτυχη στιγμή. Και εσένα το ίδιο…”

“Τότε ναι… Δέχομαι…”, της απαντάω σκουπίζοντας τις άκρες των ματιών μου.

Η Λουμιέντα με ένα χαμόγελο στα χείλη, σχεδόν σαρδόνιο και πονηρό, με πλησιάζει και με δύο κινήσεις ανοίγει την αλυσίδα του μενταγιόν και αυτό πέφτει στο χέρι μου. Το κοιτάζω για τελευταία φορά. Ο κόκκινος Ίασπις έχει θαμπώσει και κείτεται σχεδόν άχρωμος και σπασμένος. Η Λουμιέντα το παίρνει από το χέρι μου και το κοιτάζει εξεταστικά.

“Ξέρεις… Μου κάνει εντύπωση που το άντεξες σχεδόν ένα χρόνο τώρα. Σε περίμενα πολύ νωρίτερα…”

“Δούλεψε πάντως…” της απαντώ.

“Παραδούλεψε, βασικά. Και ελπίζω να κατάλαβες ότι η αιώνια αγάπη είναι δίκοπο μαχαίρι. Είδες τα καλά της, την αυτοπεποίθηση που σου χάρισε, την προσοχή από άλλους, την αυξημένη σεξουαλική διάθεση… αλλά τα κακά της ποια ήταν Σάρα;”

“Η ζήλεια, η υπερβολική αυτοπεποίθηση, η απάτη…”, της απαντώ χαμηλώνοντας τα μάτια μου.

“Ακριβώς… Η αιώνια αγάπη φέρνει πόνο, και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται αλόγιστα. Όταν αγαπάς κάποιον τον αφήνεις να δρα ελεύθερα, και πως το επιτυγχάνουμε αυτό; Μέσα από τη λογική μας. Πάντα σε ισορροπία, λογική και συναίσθημα. Για να αποφύγουμε αυτό που έπαθες εσύ”, μου λέει και βάζει το μενταγιόν στην τσέπη του μακριού μωβ φορέματός της.

Προχωράει στο βάθος του καταστήματος, και επιστρέφει δευτερόλεπτα αργότερα με ένα μικρό ασημένιο δαχτυλίδι. Το κοιτάζει προσεκτικά και μου το δίνει στο αριστερό μου χέρι.

“Τι είναι αυτό;” τη ρωτάω, ενώ εξετάζω τους Ρούνους που είχε χαραγμένους στο εξωτερικό μέρος. Μελετώντας και το εσωτερικό του, βλέπω χαραγμένο το όνομά μου. ΣΑΡΑ. Με μεγάλα καλλιγραφικά γράμματα.

“Πες το ένα μικρό δώρο για τη συνεργασία μας. Κάτι να μας δένει στους όρους που έχουμε δώσει και οι δυο μας. Ένας όρκος ότι σε επτά χρόνια από σήμερα, θα πάρει η κάθε μία τον δρόμο της. Και σου υπόσχομαι ότι θα είσαι άλλος άνθρωπος τότε. Μπορεί τώρα να μην μπορείς να το φανταστείς, ούτε καν να το διανοηθείς, αλλά ναι, θα είσαι…”, μου λέει χαμογελώντας πλατιά.

Το κοιτάζω και αισθάνομαι περίεργα. Ένα είδος κάθαρσης, μια δεύτερη ευκαιρία. Αυτή η γυναίκα θα μπορούσε να με καταδώσει, αλλά δεν το κάνει. Με έχει ανάγκη; Θέλει να με εκμεταλλευτεί; Ποιοι οι λόγοι;

Παίρνω το ασημένιο δαχτυλίδι και με μια ανάσα το φοράω στο μικρό δάχτυλο του αριστερού μου χεριού. Το αισθάνομαι σωστό και ελαφρύ. Κρύο, αλλά συνάμα ζεστό.

Η Λουμιέντα χτυπάει τις παλάμες της μεταξύ τους, και γελάει δυνατά.

~~~

Δεν ήξερα τι να πάρω μαζί μου, οπότε μπήκα στο δωμάτιο του νοσοκομείου που βρισκόταν ο Λούθηρος, με άδεια χέρια. Κοιμόταν εκείνη την ώρα, αλλά ήθελα να τον δω έστω και λίγο.

Το ίδιο πρωινό είχα αδειάσει το σπίτι του από τα πράγματά μου. Η Λουμιέντα μου προσέφερε ένα μικρό επιπλωμένο διαμέρισμα πλησίον του μαγαζιού, που μπορούσα να μείνω. Δεν το έλεγες μεγάλο, αλλά ήταν ένα μικρό δυάρι. Ό,τι έπρεπε για μένα.

Κοιτάω τον Λούθηρο που κοιμάται, ήσυχος, με το στήθος του να ανεβοκατεβαίνει ήρεμα από την αναπνοή του. Είμαι έτοιμη να κλάψω, αλλά δεν έπρεπε. Βγάζω το γράμμα από την τσέπη του μπουφάν μου και το αφήνω δίπλα του.

Ένα γράμμα αποχαιρετιστήριο, με μπόλικες συγνώμες και αρκετά ευχαριστώ γραμμένα και, τέλος, μια ευχή. Αυτό που θέλω, όταν ξαναβρεθούμε είναι να έχει φτιάξει τη ζωή που ήθελε, όταν τον πρωτογνώρισα. Μια ζωή με χαμόγελα παιδιών και μιας ευτυχισμένης συζύγου. Μια γεμάτη ζωή!

Τέλος

Λάτρης των βιβλίων και της συγγραφής μικρών ιστοριών, ένα ωραίο πρωινό πριν μερικά χρόνια ξεκίνησα να ανεβάζω υλικό σε ένα παλαιότερο blog. Μέχρι που δημιούργησα το παρόν blog, και υποσχέθηκα στον εαυτό μου σιγά σιγά να γεμίσει αυτός ο "μελαγχολικός κήπος" με ιστορίες αντί για άνθη. Ελπίζω να τα καταφέρουμε! Για μένα η έκφραση μέσω των τεχνών είναι πολύ σημαντική για όλους μας! Ακόμα καλύτερα όταν συζητάς με κάποιον για αυτήν!! <3

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *