Τα κοσμήματα της Λουμιέντα

Το μενταγιόν της αιώνιας αγάπης | Μέρος 1ο

Επιμέλεια: Cleopatra Strati
Illustration: Stolis Pleiadian

‘Ημουν σίγουρη ότι η Λουμιέντα θα με έπιανε εκείνο το βράδυ να ψαχουλεύω τα κοσμήματά της, για να βρω το μενταγιόν που ενώνει δύο ανθρώπους για πάντα. Το μενταγιόν της αιώνιας αγάπης. Ήξερα πως έμοιαζε. Είχα προσποιηθεί την προηγούμενη μέρα ότι ήμουν πελάτισσα και είχα θέματα με τον σύντροφό μου. Διόλου ψέμα, αν σκεφτείς ότι είμαστε μαζί τρία χρόνια, και είμαι σχεδόν σίγουρη ότι βλέπει και άλλη.

Τρία χρόνια που του υποσχέθηκα να απεξαρτηθώ από το αλκοόλ και να πάψω να κλέβω πορτοφόλια για να ζήσω, ή σπίτια, ή καταστήματα κλπ. Δεν είχα και την καλύτερη φήμη στην αστυνομία, να λέμε την αλήθεια. Αλλά να που κάπως τους ξέφευγα σχεδόν κάθε φορά. Τι να πεις; Ήμουν υπεράνω υποψίας με το ευχάριστο και ευγενικό χαμόγελό μου, το αθώο και πονεμένο βλέμμα μου ενώ έδειχνα στους αστυνομικούς κατά που πήγε η κλέφτρα που με έσπρωξε στο πλακόστρωτο προκειμένου να διαφύγει. Προφανώς και πήγαινα μετά από την άλλη μεριά.

Ναι… ας πούμε ότι έσπασα την υπόσχεσή μου στον Λούθηρο. Αλλά πιστέψτε με, το ξεκίνησε πρώτος. Αν δεν είχα βρεί στοιχεία που να αποδεικνύουν την απιστία του, θα καθόμουν ήρεμη, ήσυχη περιμένοντας να κάνουμε το μεγάλο βήμα. Ναι, μιλάω για γάμο, αλλά με την έννοια της συντροφικότητας. Σίγουρα δεν ήταν ποτέ όνειρό μου να φορέσω νυφικό, αλλά ένα φορεματάκι σε ιβουάρ χρώμα ίσως και να διάλεγα. Αλλά εκείνο το γ@%^&νο νούμερο κινητού, έπαιρνε ασταμάτητα κάτι βράδια που ήμασταν μαζί. Έβλεπα μόνο τα τρία τελευταία νούμερα, αλλά ακόμα και αυτά ήταν αρκετά. Μετά κάτι χαζοδικαιολογίες ότι έχει δουλειά στη Σπάρτη και πρέπει να φύγει για μερικές μέρες. Μια άλλη φορά πήγε και μέχρι την Αλεξανδρούπολη για μια εβδομάδα. Επόμενο μέρος που περιμένω να ακούσω είναι τίποτα Λονδίνο, Παρίσι, Χονγκ Κονγκ… Τον έχω ικανό.

Οπότε εδώ είμαι, μέσα στο κατάστημα κοσμημάτων της Λουμιέντα, και ψάχνω το μενταγιόν για να σώσω την σχέση μου. Μια απεγνωσμένη κίνηση θα έλεγα, αφού δεν πιστεύω στα φίλτρα αγάπης, πόσο μάλλον στα αντικείμενα μαγείας. Αλλά η Λουμιέντα και τα κοσμήματά της έχουν την φήμη τους. Λέγεται ότι μπορείς να γητεύσεις τον άλλον φορώντας ένα απλό δαχτυλίδι με μια πέτρα, ή μια τιάρα με πέρλες ή ό,τι προσφέρει η Λουμιέντα. Η γυναίκα μυστήριο, με τα μπλε μακριά μαλλιά της και τα ζεστά σκούρα μάτια της, όλο ευγένεια να ακούσει και να προσφέρει ή ακόμα και να φτιάξει το δαχτυλίδι με τις ιδιότητες που θέλεις. Γύρω στα 35 με 40 χρονών, με όμορφα λεπτά χαρακτηριστικά και πάντα λερωμένα δάχτυλα από την τέχνη της.

Δεν ρώτησα ποτέ πόσο έκανε το μενταγιόν που μου έδειξε, γιατί προφανώς θα της το σούφρωνα το επόμενο βράδυ. Η πέτρα του, ο κόκκινος Ίασπις θα έκανε όλη τη δουλειά. Θα αύξανε την σεξουαλικότητα και τη γονιμότητα. Θα με έκανε Femme Fatale; Δεν ξέρω… Θα με έκανε μητέρα; Δεν ξέρω… Αλλά έπρεπε να δοκιμάσω.

Με μάτια εκπαιδευμένα στο ημίφως σύντομα εντοπίζω τη θήκη με τα κοσμήματα που μου είχε δείξει. Το παγωμένο κατάστημα δεν είχε κάποια ηλεκτρονική ασφάλεια για τους διαρρήκτες σαν και του λόγου μου. Λες και η Λουμιέντα ήθελε να την κλέψεις. Με τα γάντια μου ανοίγω το γυάλινο πλαίσιο, και βγάζω τη βελούδινη, τυλιγμένη σαν ρολό, θήκη. Την τοποθετώ πάνω στο πλαίσιο και την ανοίγω κρατώντας την ανάσα μου.

Ανάμεσα σε άλλα μενταγιόν ξεχώριζε και αυτό που ήθελα. Το σηκώνω προσεκτικά μελετώντας το στο φως του φακού μου. Οβάλ πέτρα, με σχέδια από ασήμι να το περιβάλλουν, και μια κόκκινη σαν το αίμα πέτρα. Έλαμπε, όμορφο και διακριτικό στο χέρι μου. Και έπειτα τις ακούω… μερικές ψιθυριστές αδιόρατες φωνές από το μέσα δωμάτιο του μαγαζιού. Λόγια που δεν καταλάβαινα τόσο σιγανά που μόνο σκύλος πιθανόν να άκουγε. Σιγά σιγά άρχισαν να ανεβαίνουν σε ένταση μα ακόμα δεν καταλάβαινα λέξη.

Με σηκωμένη την τρίχα βγαίνω έξω από την ξύλινη πόρτα του καταστήματος, κλείνοντας τον φακό μου με το ένα χέρι, και με το άλλο κρατώντας το μενταγιόν. Κοιτάω τριγύρω στον άδειο, κρύο πεζόδρομο της περιοχής, κανείς τέτοια ώρα. Αφήνω μια ανάσα και αυτοσυγκεντρώνομαι. Βρήκα αυτό που ήθελα, και είχε έρθει η ώρα να φύγω μακριά, να γυρίσω στο σπίτι μας. Ο Λούθηρος επιστρέφει αύριο από το “ταξίδι” του.

Κρεμάω στον λαιμό μου το κόσμημα. Το αισθάνομαι ζεστό στο άγγιγμα με το δέρμα μου, πιθανόν επειδή το κρατούσα στην παλάμη μου τόση ώρα. Ποιος νοιάζεται αν μου πηγαίνει ή όχι. Το θέμα είναι να κάνει την δουλειά του.

Προχωράω δύο στενά παραπέρα που έχω παρκάρει, με τα γάντια στην τσέπη του μπουφάν. Αν και Μάρτιος, έχει το κρυουλάκι του στην Αθήνα. Μπαίνω στο αμάξι μου και βάζω μπρος. Η μουσική από το ραδιόφωνο ξεκινάει παρέα, και ακούγεται το παλιό Ma Baker.

Here is a special bulletin
Ma Baker is the FBI’s most wanted woman
Her photo is hanging on every post office wall
If you have any information about this woman
Please contact the nearest police station

Χαμογελάω και το βάζω τέρμα μέσα στο αμάξι, ενώ περνώ τα στενά του Πειραιά για να βγω στη Γεωργίου Λαμπράκη και να κατευθυνθώ προς Φάληρο. Σύντομα και άλλα τραγούδια φημισμένα από την εποχή των 90’s παίρνουν σειρά. Πιθανόν να έχει αφιέρωμα σε εκείνη τη δεκαετία. Sweet Dreams, Finally, What Is Love και πολλά ακόμη.

Φθάνοντας κάτω από το πολυκατοικία μας ανοίγω την γκαραζόπορτα του υπόγειου κοινόχρηστου γκαράζ και κλείνω το ράδιο. Ήσυχα και ήρεμα παρκάρω στη θέση μου και βγαίνω από το αμάξι. Ανεβαίνω τις σκάλες μέχρι τον δεύτερο όροφο για να βρεθώ έξω από την πόρτα του διαμερίσματός μας. Κατεβάζω την κουκούλα του μαύρου μπουφάν και ανοίγω την πόρτα. Μπαίνω στο σπίτι μας, ένα ευρύχωρο τριάρι με τοίχους στο χρώμα του γαλάζιου και του σκούρου μπλε. Παρατάω τα κλειδιά στο τραπέζι της κουζίνας και γδύνομαι επιτόπου, πετώντας τα ρούχα κάτω.

Το ντους με περιμένει με καυτό νερό, που ειχα φροντίσει να αφήσω να ζεσταθεί όσο έλειπα. Η ιδέα να γεμίσω την μπανιέρα αν και θελκτική, δεν ήθελα να περιμένω μέχρι να γεμίσει. Λούζω τα μακριά μαλλιά μου και παραμένω κάτω από το καυτό νερό να κοιτάω το μενταγιόν στο στήθος μου. Αν και δεν θυμόμουν να το ειχα χτυπήσει κάπου, σαν να είχε ένα μικρό ελαφρύ ράγισμα στην μία πλευρά του. Δεν φαινόταν σοβαρό όμως… μπορεί να το είχε και από πριν.

Βγαίνω από το ντουζ και κοιτάζομαι στον καθρέφτη να δω αν μεταμορφώθηκα σε femme fatale. Το πρόσωπο μου ίδιο, δύο συνηθισμένα καφέ μάτια, μαύρα σγουρά μαλλιά δύο μικρά σχεδόν εξαφανισμένα χείλια και μια μύτη σαν πατάτα. Τίποτα…

Βάζω απογοητευμένη τις πυτζάμες μου και ξαπλώνω μόνη στο διπλό κρεβάτι μας, κοιτώντας το σκοτάδι έξω στο δρόμο. Σύντομα θα ξημέρωνε. Και εγώ, η Σάρα, θα έπρεπε να σηκωθώ για να τακτοποιήσω το σπίτι μας. Με δάκρυα στα μάτια αποκοιμιέμαι σε έναν σύντομο ύπνο χωρίς όνειρα.

Λάτρης των βιβλίων και της συγγραφής μικρών ιστοριών, ένα ωραίο πρωινό πριν μερικά χρόνια ξεκίνησα να ανεβάζω υλικό σε ένα παλαιότερο blog. Μέχρι που δημιούργησα το παρόν blog, και υποσχέθηκα στον εαυτό μου σιγά σιγά να γεμίσει αυτός ο "μελαγχολικός κήπος" με ιστορίες αντί για άνθη. Ελπίζω να τα καταφέρουμε! Για μένα η έκφραση μέσω των τεχνών είναι πολύ σημαντική για όλους μας! Ακόμα καλύτερα όταν συζητάς με κάποιον για αυτήν!! <3

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *